Το σύνδρομο του Καλού Παιδιού

Τα «καλά παιδιά» είναι αυτοί που συμπεριφέρονται όπως οι άλλοι περιμένουν από αυτούς να συμπεριφέρονται.


Το άτομο που έχει το «σύνδρομο του καλού παιδιού» θέλει πάντα να ευχαριστεί τους άλλους. Γενικά φαίνεται σαν να τους αρέσει να αυτοθυσιάζονται λέγοντας σε όλους ναι.


Για να καταλάβουμε από πού προέρχεται και πώς εγκαθιδρύθηκε η συμπεριφορά αυτή σε ένα άτομο πρέπει να κοιτάξουμε αρκετά πίσω στην παιδική του ηλικία. 


 Καλά παιδιά» μπορεί να γίνουν τα υπερπροστατευμένα παιδιά που κάνουν πάντα αυτό που τους ζητάνε οι γονείς τους με αποτέλεσμα να μην βλέπουν τα δικά τους θέλω και ανάγκες.


«Καλό παιδί» μπορεί να γίνει επίσης το παιδί που δεν ασχολήθηκαν ιδιαίτερα οι γονείς του μαζί του για οποιονδήποτε λόγο π.χ. αντιμετώπιζαν κατάθλιψη ή είχαν πολλά παιδιά κ.τ.λ.


Μπορεί επίσης να είχαν οι γονείς συγκρουσιακή σχέση και το παιδί να ήταν ο συνδετικός κρίκος που έλυνε τις διαμάχες ή ανακούφιζε τον πόνο των γονιών του και έτσι έπαιρνε την προσοχή και την επιβράβευση των γονιών. Το παιδί μαθαίνει έτσι να παίρνει το μπράβο μέσα από την βοήθεια.


Η αγάπη και η αποδοχή δίνονταν υπό όρους, εφόσον, δηλαδή, το παιδί ανταποκρίνονταν στις απαιτήσεις και ήταν υπάκουο λάμβανε αγάπη και επιβράβευση.

Θυμός, δυσαρέσκεια, διεκδικητικότητα και διαφωνία δεν ήταν επιτρεπτά μέσα στην οικογένεια. Η κάλυψη των δικών του αναγκών θεωρούνταν εγωισμός, ενώ η ικανοποίηση των άλλων ήταν ένδειξη αγάπης.


Τα παιδιά, που από μικρή ηλικία δεν πήραν την απαιτούμενη αγάπη και αποδοχή, νιώθουν ότι για να αγαπηθούν από τους σημαντικούς άλλους πρέπει συνεχώς να είναι χρήσιμα.


Και ένας τρόπος για να είναι χρήσιμα είναι να κάνουν συνεχώς καλές πράξεις. Επομένως το «καλό παιδί» μέσα από τις καλές του πράξεις προσπαθεί να κερδίσει την αγάπη και την αποδοχή των άλλων, γιατί νομίζει ότι μόνο έτσι αξίζει να την έχει.


Χαρακτηριστικά του «καλού παιδιού είναι τα εξής:


  • Δύσκολα λέει «όχι» και όταν το κάνει νιώθει ενοχές.
  • Δυσκολεύεται να θέσει τα όρια του. Κάποιες φορές νομίζει ότι είναι κακό να θέτουμε όρια.
  • Έχει πολλές απαιτήσεις από τον εαυτό του, με αποτέλεσμα να αγχώνεται έντονα.
  • Εάν αδικηθεί, θεωρεί πως φταίει το ίδιο και ψάχνει να βρει που έχει κάνει λάθος.
  • Αισθάνεται πως οι άνθρωποι δεν το σέβονται όσο τους σέβεται εκείνο.
  • Νιώθει πως δεν επιτρέπεται να θυμώνει και ούτε να δημιουργεί αντιπάθειες.
  • Αποφεύγει τις συγκρούσεις.
  • Προσπαθεί να μη δημιουργεί αρνητικά συναισθήματα στους άλλους.
  • Δε ζητάει. Νιώθει πολύ άβολα να ζητήσει. Έχει μάθει ότι είτε εάν ζητήσει δε θα πάρει, είτε πως εκείνος που ζητάει γίνεται βάρος για τους άλλους.
  • Έχει μάθει ότι το αγαπούν υπό προϋποθέσεις και όρους. Μόνο αν είναι «καλό παιδί» αξίζει αγάπη και εκτίμηση.
  • Δυσανασχετεί με την συμπεριφορά των άλλων «μη καλών παιδιών» και συγκρίνει τον εαυτό του με τους άλλους τους οποίους επικρίνει όταν δεν είναι διαθέσιμοι ή όταν του λένε όχι

Οι επιπτώσεις αυτών των σταθερών καταπιεστικών συμπεριφορών επιβαρύνει το ίδιο το άτομο, και συχνά θα τον δούμε να έλκει και να έλκεται από τοξικούς ανθρώπους.


Έχει υπερβολικό άγχος γιατί δυσκολεύεται να πει όχι με αποτέλεσμα να φορτώνεται με υποχρεώσεις που αφορούν άλλους, στην αντίθετη περίπτωση δεν μπορεί να διαχειριστεί τις ενοχές του.


 Δεν στέκεται και δεν αναγνωρίζει τις προσωπικές του ανάγκες. Ο θυμός είναι απαγορευμένο συναίσθημα γιατί προκαλεί αντιπάθειες με αποτέλεσμα να καταπιέζει το θυμό του, και το  πιθανότερο είναι πως κάποια στιγμή θα εκδηλωθεί με κάποιο τρόπο ή θα “μεταμφιεστεί” σε ψυχοσωματικά συμπτώματα.

Δυσκολεύεται να βάλει προσωπικούς στόχους και να τους πετύχει λόγω του φόβου τις αποτυχίας.


Έχει πάντα αγωνία να τον αποδέχονται εφόσον η απόρριψη έχει μεγάλο ψυχοσυναισθηματικό κόστος. Συνέπεια αυτού είναι να αποφεύγει τις συγκρούσεις σε μία προσπάθεια να μην δημιουργεί αρνητικά συναισθήματα στους άλλους.

Οι σχέσεις του είναι επιφανειακές και μονόπλευρες. Δεν ζητάει και φυσικά δεν διεκδικεί για να μην γίνεται βάρος στους άλλους.

Νιώθει ανεπάρκεια σε σχέση με τους άλλους και ως αποτέλεσμα δεν θεσπίζει όρια.


Οι απαιτήσεις που έχει από τον εαυτό του είναι μεγάλες, ποτέ δεν είναι επαρκής και αυτό πυροδοτεί άγχος.

Η αγάπη και η εκτίμηση έρχονται με προϋποθέσεις -εφόσον δηλαδή είναι “καλό παιδί”, τότε οι άλλοι θα τον αγαπούν.


 Η ενοχή είναι ένα από τα βασικά και επίπονα συναισθήματα που καλλιεργήθηκαν σε αυτό το άτομο και προκειμένου να μην τη βιώνει εξυπηρετεί ανάγκες άλλων. Ουσιαστικά χάνει την επαφή με τον εαυτό του γιατί δεν έχει μάθει ότι από τη σχέση με τον εαυτό μας ξεκινούν και χτίζονται οι σχέσεις με τους άλλους. Ουσιαστικά είναι καταπιεσμένα άτομα και εγκλωβισμένα σε μία εικόνα που έχουν δημιουργήσει τα “πρέπει” γύρω τους.


”Το καλό παιδί” υπονομεύει την ψυχοσυναισθηματική του ισορροπία και αυταξία. Η έννοια της προσφοράς σε όλα τα επίπεδα έχει αξία όταν γίνεται από επιλογή και όχι από ενοχή. Γνωρίζοντας βαθύτερα τον εαυτό μας και ενισχύοντας την αυτοεκτίμησή μας θα μπορέσουμε να έρθουμε πιο κοντά στις ανάγκες μας και να αλλάξουμε τον τρόπο που σχετιζόμαστε με τους άλλους -έχοντας ως βασικές προϋποθέσεις την ισοτιμία και την αποδοχή θα μπορέσουμε να οδηγηθούμε σε πιο υγιείς σχέσεις.


Η αλλαγή του «καλού παιδιού» είναι μία δύσκολη υπόθεση, αλλά όχι ακατόρθωτη. Το «καλό παιδί» θα πρέπει, ως πρώτο βήμα, να ακούσει και να παρατηρήσει καλύτερα τις δικές του ανάγκες του, να δώσει χρόνο, να ασχοληθεί και να αγαπήσει τον εαυτό του, και να στρέψει τη βοήθεια, που τόσο πολύ του αρέσει να προσφέρει, από τους άλλους προς τον ίδιο του τον εαυτό.