Το παιχνίδι
Η συμβολή του παιχνιδιού στην ανάπτυξη του παιδιού είναι πολύπλευρη και σημαντική σε βιολογικό, συναισθηματικό, γνωστικό και κοινωνικό επίπεδο. Αποτελεί ζωτική του ανάγκη σε όλες τις ηλικίες. Για τα παιδιά της σχολικής ηλικίας, το παιχνίδι προωθεί τη μάθηση και αποτελεί μηχανισμό παρατήρησης, ελέγχου, κοινωνικοποίησης και απόκτησης γνώσεων. Είναι ένα διαρκές σχολείο για τα παιδιά, αφού εμπλουτίζονται οι δεξιότητές τους και βελτιώνονται οι σωματικές λειτουργίες τους.
Τα τελευταία χρόνια η ενασχόληση με τους Η/Υ αποτελεί μια δραστηριότητα με την οποία τα παιδιά καταπιάνονται όλο και περισσότερο. Έχουν διατυπωθεί σοβαρές επιφυλάξεις ως προς τη χρήση τους, επειδή αφενός θεωρείται ότι περιορίζεται το παιδί σε μια μοναχικότητα και αφετέρου, μέσω κάποιων παιχνιδιών κυρίως, έρχεται σε επαφή με σκηνές βίας. Ο Γάλλος ψυχίατρος Serge Tisseron ανέπτυξε τον κανόνα “3-6-9-12”, σύμφωνα με τον οποίο, δεν επιτρέπεται τηλεόραση πριν από τα 3 έτη, παιχνίδια σε κονσόλες πριν τα 6, σερφάρισμα στο διαδίκτυο πριν τα 9 και συμμετοχή στα σόσιαλ πριν τα 12. Αυτός ο κανόνας έχει υιοθετηθεί και από τις παιδιατρικές ενώσεις πολλών χωρών.
Από την άλλη, μέσω των ηλεκτρονικών παιχνιδιών, το παιδί μπορεί να ασκείται σε ορισμένες δεξιότητες, να αποκτά γνώσεις και να αναπτύσσει τη δημιουργική του φαντασία, την κρίση, την προσοχή του και τη συνεργασία, πάντα, βέβαια, με διακριτική επίβλεψη και έλεγχο από τους ενήλικες, καθώς εννοείται πως υπάρχουν παιχνίδια και προγράμματα που είναι ακατάλληλα για τα παιδιά.
Μέσω των παιχνιδιών στο διαδίκτυο, καλλιεργείται και η κοινωνικοποίηση του παιδιού, με τη συμμετοχή του σε ομαδικά παιχνίδια, καθώς και η ομαλότερη ένταξή του στις λειτουργίες μιας ομάδας. Επιπλέον μπορεί να αναπτυχθούν κοινωνικές δεξιότητες ,όπως η ειρηνική επίλυση διαφορών, το μοίρασμα, η συνεργασία και η συζήτηση και διευθέτηση θεμάτων εξουσίας και ταυτότητας μέσω των ιεραρχιών που τηρούνται στο πλαίσιο της ομάδας.