Οριοθέτηση

     Αναλογιζόμενοι τα προβλήματα που έχουν προκύψει κατά τη διάρκεια της ζωής καθώς και εκείνες τις φορές που περιήλθαμε σε κάποιου είδους δύσκολη θέση, θα παρατηρήσουμε ότι υπάρχει κάτι κοινό: η παραβίαση των ορίων. Η οριοθέτηση είναι η πλέον σημαντική διαδικασία και είναι απαραίτητη για την εύρυθμη πορεία όλων των διαπροσωπικών σχέσεων. Παρακάτω θα δούμε πώς βάζουμε τα κατάλληλα όρια σε κάποιες συνηθισμένες καταστάσεις της καθημερινότητας.

     Η έκκληση για βοήθεια. Δε χρειάζεται να «είμαστε πάντα εδώ» για κάποιον για να δείξουμε την καλοσύνη ή την αφοσίωσή μας. Πέρα από κάποιες εξαιρετικά έκτακτες περιπτώσεις, μπορούμε να παρέχουμε τη βοήθειά μας όταν οι συνθήκες είναι ευνοϊκές και για εμάς τους ίδιους. Φροντίζουμε να μην επιβαρύνουμε τον εαυτό μας προκειμένου να διευκολυνθεί κάποιος άλλος. Έχουμε δικαίωμα να πούμε ότι κατανοούμε τη δύσκολη θέση εκείνου που ζητάει τη βοήθειά μας και θα θέλαμε να βοηθήσουμε αλλά στη δεδομένη στιγμή δεν είναι εφικτό.

     Η διαθεσιμότητα του χρόνου μας. Οι περισσότεροι έχουμε τα τηλέφωνά μας ανοιχτά όλο το 24ωρο. Αυτό δε σημαίνει ότι είμαστε πραγματικά διαθέσιμοι όλη την ημέρα, όμως. Υπάρχουν μέρες και ώρες που κοιμόμαστε, που διασκεδάζουμε, που χαλαρώνουμε, που είμαστε γενικότερα είτε απασχολημένοι είτε απλώς όχι διαθέσιμοι. Ο ορισμός ενός ορισμένου χρονικού πλαισίου, για παράδειγμα, «τις Κυριακές μπορείς να με καλέσεις μόνο 11:00-13:00 πριν και μετά δεν είμαι διαθέσιμος» αποτελεί μια λογική οριοθέτηση. Επίσης μπορούμε να ζητήσουμε να μας στέλνουν μηνύματα μόνο σε πραγματικά επείγουσες περιπτώσεις ή να ζητήσουμε να μας ενημερώνουν πριν από μια επίσκεψη.

     Η χειραγώγηση. Μια από τις συνηθέστερες καταστάσεις που αντιμετωπίζονται συχνά από ανθρώπους που έχουν πρόβλημα με τη θέσπιση ορίων, είναι η υπόδειξη στα συναισθήματα, τις αντιδράσεις ή τις σκέψεις του. Κανένας έξω από εμάς δε μπορεί να αξιολογήσει αν πρέπει να χαρούμε ή να θυμώσουμε με ένα γεγονός, αν πρέπει να συγχωρήσουμε ή όχι ή να μας υποδείξει ποιος είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος σκέψης για μια συγκυρία. «Ευχαριστώ για τη συμβουλή, αλλά δεν μου αρέσει να μου υποδεικνύεις πώς πρέπει να νιώθω ή να σκέφτομαι», είναι ένας επαρκής τρόπος οριοθέτησης.

     Ο τρόπος και το περιεχόμενο συζητήσεων.  ‘Ίσως υπάρχουν κάποια θέματα που δε νιώθουμε άνετα να συζητάμε και αυτό οφείλει να γίνεται αποδεκτό. Ένα «δε θέλω/δε νιώθω άνετα να το συζητήσουμε αυτό», είναι υπεραρκετό. Επιπλέον, μπορεί να μην αισθανόμαστε άνετα όταν κάποιος υψώνει τον τόνο της φωνής του ή χρησιμοποιεί άσεμνες εκφράσεις. Προφανώς το επισημαίνουμε και αν δε γίνει σεβαστό, διακόπτουμε τη συζήτηση.

     Οι προσκλήσεις. Πολλές φορές δεχόμαστε καλέσματα που δε μας ενδιαφέρουν είτε λόγω περιεχομένου είτε δε μας εξυπηρετεί ο χρόνος ή το μέρος. Η ευγενική άρνηση αποτελεί αξιοπρεπέστερη απόκριση τόσο σε σχέση με την εφεύρεση δικαιολογιών όσο και με την αποδοχή της πρόσκλησης ενώ γνωρίζουμε πώς δε θα πάμε. «Δεν έχω διάθεση για…» ή «Δεν προτιμώ να…» είναι κατάλληλες εκφράσεις για να βάλουμε ξεκάθαρα όρια και σε αυτή τη συνθήκη.

     Η σωστή και ουσιαστική οριοθέτηση είναι εκείνος ο απαραίτητος παράγοντας για τη σύναψη και διατήρηση υγιών διαπροσωπικών σχέσεων. Η έλλειψη ορίων συνιστά έλλειψη σεβασμού, κατά κύριο λόγο πρώτα στον εαυτό μας. Τέλος, σχέσεις χωρίς όρια έχουν την τάση να είναι τοξικές και να συνιστούν δεσμούς τραύματος.